Αγαπητοί αναγνώστες. Όπως έχετε αντιληφθεί από την περιήγηση Σας, στον παρόντα διαδικτυακό τόπο, η Μαφία της Ρόδου, τα κατάλοιπα της Ιταλικής κατοχής, η οικογένεια Μαντζόν, με παλεύουν πολλά χρόνια τώρα για να μου πάρουν για πολλοστή φορά την ιδιοκτησία μου. Αυτή τη φορά μάλιστα, με ιδιαίτερο ζήλο και εμμονή, καθώς αυτή η τελευταία που προσπαθούν να μου υφαρπάξουν τους είναι απολύτως απαραίτητη, ως μοναδική διέξοδος νομιμοποίησης των μακροχρόνιων παρανομιών τους, προκειμένου να νομιμοποιήσουν το αυθαίρετο και κατεδαφιστέο κτίριο του κανακάρη τους, στην 80Α Κτηματολογική Μερίδα Γαιών Ρόδου, με την παρανόμως εκδοθείσα και ήδη ληγμένη από τις 24-06-2006, 246/98 οικοδομική άδεια. Τούτης το ιστορικό, προς κατανόηση του παρόντος, αν και Σας το έχω εκθέσει και σε άλλα άρθρα, όπως στον πρόλογο του Καπακλής Αχμέτ του Νιχάτ (Έμμισθος Ε.Υ.Π.), θέτω στη διάθεση Σας, εκ νέου περιεκτικά, ως ακολούθως: Διά της υπ’ αριθμόν Χ.Ο.Π. 5646/18-10-1996 αιτήσεως στην Πολεοδομία Ρόδου, αιτήθηκε η 246/24-06-1998 οικοδομική άδεια στο όνομα του ενός από τα υποχείρια των κατάλοιπων της Ιταλικής κατοχής στον Μανουσέλη Ιωάννη και για λογαριασμό του εργοδότη κανακάρη τους Μαντζόν Φ. Ανδρέα, καθώς η έκδοσή της, αντικειμενικά έως και σήμερα, δεν ήταν νομίμως εφικτή. Προκειμένου να την εκδώσουν, μερίμνησαν για τα κάτωθι: Την 01-04-1997 δια της υπ’ αριθμόν ΤΥ 2267/01-04-1997 φωτογραφικής απόφασης του Νομάρχη Δωδεκανήσου, το τμήμα της Εθνικής οδού Ρόδου – Λίνδου εν μέσω του οποίου ευρίσκεται η 80Α κτηματολογική μερίδα γαιών Ρόδου χαρακτηρίστηκε ως κατοικημένη και κατά συνέπεια τούτου, με την ίδια απόφαση, η οικοδομική γραμμή καθορίστηκε στα τριάντα (30) μέτρα. Την 29-05-1998 διά της υπ’ αριθμόν ΤΥ 6903/29-05-1998 ένεκα της ανωτέρω φωτογραφικής απόφασης του Νομάρχη Δωδεκανήσου εγκρίνετε κοινή προσωρινή κυκλοφοριακή σύνδεση των 80Α και 75 κτηματολογικών μερίδων γαιών Ρόδου των Καπακλή Αχμέτ και του Δήμου Ρόδου, αντιστοίχως. Την 07-06-1998, μόλις λίγες ημέρες μετά την φωτογραφική έγκριση της προσωρινής κυκλοφοριακής σύνδεσης, στο υποχείριο του τον Καπακλή Αχμέτ και τη δημιουργία των προϋποθέσεων ‘’νομότυπης’’ έκδοσης οικοδομικής αδείας, εμφανίστηκε το κατάλοιπο της Ιταλικής κατοχής, ‘’η ανώτερη φυλή’’, ο κανακάρης τους Ανδρέας Φ. Μαντζόν στην Πολεοδομία να καταθέσει μεταξύ άλλων το διάγραμμα κάλυψης της 80Α κτηματολογικής μερίδας γαιών Ρόδου, ως εργοδότης του έργου. Την 24-06-1998, αμέσως μετά δηλαδή την έγκριση δημιουργίας κυκλοφοριακής σύνδεσης και τις προσκόμισης της, μεταξύ άλλων και του τοπογραφικού και του εργοδοτικού, στην Πολεοδομία, εκδόθηκε η ‘’νομότυπη’’ 246/24-06-1998 οικοδομική άδεια στο όνομα του υποχείριου του Μανουσέλη Ιωάννη. Τούτη, αν και παρανόμως αναθεωρήθηκε στις 01-08-2002, έχει ήδη λήξει από τις 24-06-2006, όπως προκύπτει από το ίδιο το σώμα της 246/98 οικοδομικής άδειας, αλλά και από το υπ’ αριθμόν 2440/27-05-2013 έγγραφο της Υπηρεσίας Δόμησης του Δήμου Ρόδου, ως και από το υπ’ αριθμόν ΔΤΕ 1301/06-04-2015 έγγραφο της Διεύθυνσης Τεχνικών Έργων Δωδεκανήσου, με το οποίο αποφαίνεται ότι δεν είναι δυνατή η χορήγηση έγκρισης δημιουργίας κυκλοφοριακής σύνδεσης, στην 80Α ΚΜΓΡ, με την Εθνική οδό Ρόδου – Λίνδου, απαραίτητο συνοδό έργο έκδοσης οικοδομικής αδείας, όπως ορίζεται στην § 4 του άρθρου 30 του Β.Δ. 465/70 το οποίο Σας επισυνάπτω. Αν δε ανατρέξετε σε αυτό πρόκειται να διαπιστώσετε ότι υπάρχουν σημειωμένες και οι λοιπές αδύνατες προϋποθέσεις έκδοσης κυκλοφοριακής σύνδεσης, που θέλησαν να υπερκεράσουν με την υπ’ αριθμόν ΤΥ 2267/01-04-1997 φωτογραφική απόφαση του Νομάρχη Δωδεκανήσου, η οποία ανακλήθηκε διά της υπ’ αριθμόν Χ.Ο.Π. 5585/12-12-2000 απόφασης του επόμενου Νομάρχη Δωδεκανήσου.
Αγαπητοί αναγνώστες. Η Μαφία της Ρόδου, τα κατάλοιπα της Ιταλικής κατοχής, η οικογένεια Μαντζόν εκδώσαν μια οικοδομική άδεια που γνώριζαν εξ αρχής, πριν εκδοθεί, ότι είναι παράνομη και ότι δεν υπάρχει δυνατότητα νομιμοποίησης της. Μάλιστα προέβησαν και σε ψευδείς έγγραφες δηλώσεις, περί της ολοκλήρωσης του ανύπαρκτου 1ου και 2ου ορόφου του συγκεκριμένου αυθαίρετου και κατεδαφιστέου κτιρίου, προκειμένου να τους εγκριθεί επ’ αόριστον η αναθεώρηση της 246/98 οικοδομικής άδειας, όπως προκύπτει από το με αριθμό Χ.Ο.Π. 5730/27-09-2005 πρωτοκόλλου έγγραφο της Πολεοδομίας της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Δωδεκανήσου. Επειδή γνώριζαν από της υπ’ αριθμόν Χ.Ο.Π. 5646/18-10-1996 αιτήσεως στην Πολεοδομία Ρόδου, της 246/98 οικοδομικής αδείας ότι τούτη δεν δύναται νόμιμα να εκδοθεί και προσπαθούσαν μάταια προς τούτο, ως ανωτέρω μερικώς Σας εκτέθηκε, μερίμνησαν να δεσμεύσουν το δικό μου ακίνητο που τους δίνει την μοναδική διέξοδο νομιμοποίησης των προαναφερθέντων παρανομιών τους, δεσμεύοντας το, μέσω της Δ.Ο.Υ. Ρόδου, με δημιουργημένη σε αυτήν οφειλή, ένεκα τεκμηρίου, από πλαστογραφία της ημερομηνίας συστάσεως του συμβολαίου και της αξίας στο ποσόν των 30.600.000 δρχ. της δήλωσης φόρου μεταβίβασης του δικού μου ακινήτου. Πρωταγωνιστικό ρόλο σε τούτη την παγίδευση μου έχει η συμβολαιογράφος και συνιδιοκτήτρια τους, ως έχουσα και η ίδια άμεσο ενδιαφέρον και συμφέρον Κωτη Χρυσάνθη, όπως προκύπτει από το υπ’ αριθμόν 1600/2009 πιστοποιητικό ιδιοκτησίας και βαρών της 80Α ΚΜΓΡ.
Αγαπητοί αναγνώστες. Οι μακροχρόνιες επίμονες και άοκνες προσπάθειες μου, όλα αυτά τα χρόνια να απεγκλωβιστώ από την παράνομη οικονομική αυτή παγίδευση της Μαφίας της Ρόδου, των κατάλοιπων της Ιταλικής κατοχής, της οικογένειας Μαντζόν προσέκρουε διαχρονικά και μονίμως στην εν γένει επιλήψιμη και μη ανεπάρκεια της Ελληνικής Πολιτείας στο σύνολο της. Μέρος τούτων των προσπαθειών μου, εκθέτω στην με αριθμό καταχώρησης ΑΚ 570/07-10-2018 ανακοπή κατά της Δ.Ο.Υ. Ρόδου που κατέθεσα, στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Ρόδου, ως μια ακόμη προσπάθεια απεγκλωβισμού μου και θέτω στη διάθεση Σας, προς γνώση Σας, αυτούσια ως έχει, μετά των σχετικών της, κατωτέρω.
ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΡΟΔΟΥ
ΑΝΑΚΟΠΗ 1) Της Ελένης Καρόφτη, κατοίκου Ρόδου, περιοχή Κρεμαστής (ΑΦΜ 054656203), δια του πληρεξουσίου της (σχετικό 01) Θωμά - Δημητρίου Σπανού του Χρήστου, κατοίκου Ρόδου 5ο χλμ Λεωφόρος Ρόδου - Λίνδου. (ΑΦΜ 027637336).
ΚΑΤΑ 1) Της Δ.Ο.Υ. Ρόδου, νόμιμα εκπροσωπούμενης υπό του Προϊσταμένου της. 2)Του Ελληνικού Δημοσίου νόμιμα εκπροσωπουμένου από τον Διοικητή, της Κεντρικής Υπηρεσίας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
ΚΑΙ ΚΑΤΑ Της υπ’ αριθμόν 61633/30-11-1998 ταμειακής βεβαίωσης ποσού 54.150,31 € πλέον προσαυξήσεων και τόκων, ήτοι 74.080,47 € σήμερα και η οποία βεβαιώθηκε δυνάμει του χρηματικού καταλόγου 923.
_________________________***__________________________
ΜΙΚΡΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΘΕΙΣΑΣ ΤΑΜΕΙΑΚΗΣ ΒΕΒΑΙΩΣΗΣ ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΩΝ ΜΟΥ
Η παράνομη οφειλή που βεβαιώθηκε με την προσβαλλόμενη, δημιουργήθηκε παρανόμως, ως κατωτέρω: Διά του υπ’ αριθμόν 2829 πωλητήριου συμβολαίου της συμβολαιογράφου Κώτη Χρυσάνθης, πωλήθηκαν από τον Μανουσέλη Ιωάννη, σε μένα δύο ισόγειοι μελλοντικοί βιομηχανικοί χώροι με στοιχείο πίνακα Γάμμα Γιώτα Ένα (ΓΙ1) και Γάμμα Γιώτα δύο (ΓΙ2), ως σε αυτό αναφέρεται (σχετικό 02). Η συγκεκριμένη αγοραπωλησία έγινε τον Δεκέμβριο του 1996. Κατατέθηκε στη Δ.Ο.Υ. Ρόδου η υπ’ αριθμόν 3262/10-12-1996 (σχετικό 03) δήλωση φόρου μεταβίβασης ακινήτων με δηλωθείσα αξία 1.000.000 δρχ. και πληρώθηκε ο φόρος για την μεταβίβαση του, ποσού 92.700 δρχ. Ωστόσο. Έγινε πλαστογραφία της ημερομηνίας συστάσεως του 2829 συμβολαίου, στην ημερομηνία 20-02-1997, ώστε να είναι δυνατή η καταχώρηση στους καταλόγους του κτηματολογίου την 21-02-1997 διά της υπ’ αριθμόν 1532/21-02-1997 (σχετικό 04) πράξεως του κτηματολογίου Ρόδου. Ταυτόχρονα πλαστογραφήθηκε και η υπ’ αριθμόν 3262/10-12-1996 (σχετικό 03) δήλωση φόρου μεταβίβασης, αναγράφοντας σε αυτή, με διαφορετική ορατή γραφή, «θα παραδοθεί σε μπετά» στην 2η και 3η σελίδα της δήλωσης και διαγράφοντας την αρχική εκτίμηση του οικοπέδου στο ποσόν των 2.808.000 δρχ. στην 3η σελίδα, πλαστογράφησαν την αξία του, στο ποσόν των 30.600.000 δρχ. Ένεκα της ανωτέρω υπ’ αριθμόν 3262/1996 (σχετικό 03) πλαστογραφημένης Δήλωσης Φόρου Μεταβίβασης Ακινήτου, χρεώθηκε το ακίνητο, πλαστογραφώντας την αξία του, στο ποσόν των 30.600.000δρχ. Τούτη δε η δήλωση δεν πληροί τις οδηγίες που σε αυτήν αναφέρονται. Ενδεικτικά υπογράφεται από τον αναπληρωτή προϊστάμενο για την προσωρινή αξία του και δεν βεβαιώνεται από τον προϊστάμενο της υπηρεσίας, καμία συμπληρωματική δήλωση (σχετικό 03, 4η σελίδα). Δεν υπήρξε δε καμία ενημέρωση μου, ούτε και πρόσκληση μου, προκειμένου να καταβάλλω, ένεκα της πλαστογραφίας, την προκύπτουσα διαφορά του φόρου μεταβίβασης του ακινήτου, ως επιβάλλεται. Τοιουτοτρόπως, δεν γνώριζα πως η οφειλή μου δημιουργήθηκε και έως να το μάθω έχασα χρόνο και κατέστησαν εκπρόθεσμες όλες οι μεταγενέστερες ενέργειές μου να άρω την παρανόμως δημιουργημένη οφειλή μου στη Δ.Ο.Υ. Ρόδου. Αρχικά για τη δημιουργία της οφειλής πίστευα ότι επρόκειτο περί κάποιου λάθους και προσπάθησα λογιστικά να βρω λύση σε αυτό, όπως προκύπτει από την με αριθμό 30/04-01-1999 (σχετικό 05) πρωτοκόλλου της Δ.Ο.Υ. Ρόδου αίτηση μου. Ακολούθως κατέθεσα σύμφωνα με τον νόμο 2753/1999 την υπ’ αριθμόν 336/21-04-2000 (σχετικό 06) διορθωτική – συμπληρωματική δήλωση στη Δ.Ο.Υ. Ρόδου. Έγινε δεκτή η συγκεκριμένη δήλωση και ενημερώθηκε το αρμόδιο τμήμα κεφαλαίου, στο οποίο η οφειλή δημιουργήθηκε. Όμως, δεν ενημερώθηκε το τμήμα εισοδήματος και η οφειλή παρέμενε. Η συγκεκριμένη ενέργεια κατέστη αναποτελεσματική. Ακολούθως κατατέθηκε η υπ’ αριθμόν 4182/21-11-2001 (σχετικό 07) συμπληρωματική δήλωση του υπ’ αριθμόν 2829/1996 (σχετικό 02) συμβολαίου αγοραπωλησίας, ομοίως, μάταια. Η οφειλή παρέμενε. Κατόπιν τούτων δημιούργησα νέα τροποποιητική συμβολαιογραφική πράξη την 3957/04-02-2002 (σχετικό 08) της συμβολαιογράφου Κώτη Χρυσάνθης, η οποία εγγράφτηκε στους καταλόγους του κτηματολογίου Ρόδου, δια της υπ’ αριθμόν 1945/22-02-2002 (σχετικό 09) πράξεως του. Τούτη βέβαια εκ του περισσού, ως μάλιστα υποδεικνυόμενη, καθώς έρχεται να δηλώσει κάτι που είναι δηλωμένο εκ του αρχικού 2829 (σχετικό 02) συμβολαίου αγοραπωλησίας, ότι δηλαδή οι οριζόντιες ιδιοκτησίες (ΓΙ1, ΓΙ2) πωλήθηκαν ως μελλοντικοί βιομηχανικοί χώροι. Στις 13-07-2005 έλαβα πρώτη φορά γνώση, διά του πληρεξουσίου μου Θωμά Χ. Σπανού, μετά από σχετικό αίτημα, της 3262/20-12-1996 (σχετικό 03) πλαστογραφημένης δήλωσης φόρου μεταβίβασης του ακινήτου, όπως προκύπτει από την σφραγίδα επί αυτής της εφοριακού που μου την επέδωσε και κατ’ επέκταση έλαβα πρώτη φορά γνώση της γενεσιουργού αιτίας της οφειλής μου στη Δ.Ο.Υ. Ρόδου. Κατόπιν τούτων στην με αριθμό 25041/07-09-2005 αίτηση μου, με την οποία ζητούσα να ληφθεί υπόψη η ανωτέρω 336/21-04-2000 (σχετικό 06) συμπληρωματική της 3262/20-12-1996 (σχετικό 03) δήλωση Φόρου Μεταβίβασης Ακινήτου προκειμένου να διαγραφεί η προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων που υπολογίστηκε κατά την εκκαθάριση της Δήλωσης Φόρου Εισοδήματος του οικονομικού έτους 1998 και κατά συνέπεια ο φόρος που βεβαιώθηκε, έλαβα την με αριθμό 25041/01-12-2005 (σχετικό 10) αρνητική, για τους λόγους που σε αυτήν αναφέρει, απάντηση του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Ρόδου. Τούτοι οι λόγοι, σαφώς, αναγνωρίζουν το δίκαιο του αιτήματος μου, όμως δεν γίνονται αποδεκτοί για προφασιζόμενους, έννομους λόγους, του εκπροθέσμου των ενεργειών μου. Κατά της παραπάνω υπ’ αριθμόν 25041/01-12-2005 (σχετικό 10) αρνητικής απάντησης του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Ρόδου και ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Ρόδου, κατέθεσα Προσφυγή. Επί της προσφυγής μου και των πρόσθετων λόγων αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθμόν 629/2008 (σχετικό 11) απορριπτική απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Ρόδου (2ο Τριμελές). Κατέθεσα την με αριθμό 41/ 09-10-2009 (σχετικό 12) πτωχή περιεχομένου έφεση μου η οποία έμεινε ανυποστήρικτη από τον νέο δικηγόρο στον οποίο αποτάθηκα ώστε τούτης να επιμεληθεί και υποστηρίξει με τις προτάσεις του, τις οποίες ουδόλως κατέθεσε, όπως προκύπτει από την με αριθμό 7560/22-07-2011 (σχετικό 13) βεβαίωση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά. Απόρροια των ανωτέρω εκδόθηκε η υπ` αριθμόν 301/2011 (σχετικό 14) απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά (Τμήμα Δ Τριμελές) (Μεταβατική Έδρα Ρόδου) με την οποία απορρίφθηκε η πενιχρή και ανυποστήρικτη έφεση μου. Η μη ευδοκίμηση των ανωτέρω ενεργειών μου και η υπομονή και επιμονή μου να άρω μια παράνομα δημιουργημένη οφειλή στην Δ.Ο.Υ. Ρόδου, με οδήγησαν εκ νέου στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Ρόδου, καταθέτοντας μηνυτήρια αναφορά, καθ’ υπόδειξη του τότε Εισαγγελέως (σχετικό 15). Κατέθεσα και σχετικό αίτημα, προκειμένου να διαταχθεί η τακτοποίηση της οφειλής στη Δ.Ο.Υ. Ρόδου, διά της υπ’ αριθμόν 1798/19-08-2011 (σχετικό 16) εισαγγελικής παραγγελίας. Ακολούθησαν οι γραπτές εξηγήσεις (σχετικό 17), υπεκφεύγοντας της ουσίας, της παράνομα δημιουργημένης οφειλής, του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Ρόδου και η υπ’ αριθμόν 19400/14-06-2012 (σχετικό 18) απάντηση της Δ.Ο.Υ. Ρόδου. Ακολούθως κατέθεσα την με αριθμό 425/18-10-2011 (σχετικό 19) Προσφυγή μου με την οποία ζητούσα να ακυρωθεί άλλως τροποποιηθεί η υπ` αριθμόν πρωτοκόλλου 19689/19-7-2011 (σχετικό 20) αρνητική απάντηση του Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. Ρόδου και επί της οποίας εκδόθηκε υπ` αριθμόν 119/2013 (σχετικό 21) απορριπτική απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Ρόδου (Τμήμα 1ο Τριμελές) για τους εν αυτή αναφερόμενους λόγους. Κατά της ανωτέρω απόφασης κατέθεσα την με αριθμό 40/18-11-2013 (σχετικό 22) έφεση, στην μεταβατική έδρα του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθμόν 3306/2015 (σχετικό 23) απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά (Τμήμα Ζ’ Τριμελές), στη μεταβατική έδρα της Ρόδου, και σύμφωνα με την οποία απορρίφτηκε η προαναφερθείσα επαρκής έφεση μου, για τον λόγο ότι δεν προσκομίστηκε το ειδικό σημείωμα, που ζητήθηκε από την Γραμματεία του Δικαστηρίου τηλεφωνικά την 29-07-2015, της φορολογικής αρχής που να πιστοποιεί εκ μέρους της εγκαλούσας την καταβολή του 50% του κύριου φόρου της εγκαλούμενης απόφασης έως κα την 31-08-2015 που ορίστηκε, όπως αναφέρεται στην 4η σελίδα της συγκεκριμένης απόφασης (σχετικό 23). Πρέπει δε να σημειωθεί ότι διά της υπ’ αριθμόν 49214/21-07-2015 (σχετικό 24 α΄, β΄, γ΄, δ΄) κοινής Υπουργικής απόφασης των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών υπήρχε αναστολή καταβολής Δικαστικών παραβόλων ένεκα των τραπεζικών περιορισμών που είχαν επιβληθεί στη χώρα μας, (capital controls). Το χρονικό διάστημα που τούτη ίσχυε, συμπεριλαμβάνει τον χρόνο αιτήσεως (29-07-2015) της γραμματείας του Δικαστηρίου για προσκόμιση του ειδικού σημειώματος έως και της εκδόσεως της απόφασης (11-09-2015).
Το δικαστήριο κακώς απέρριψε την έφεση. Έπρεπε να υπεισέρθει στην ουσία της και να την Δικάσει.
Εκ των ανωτέρω αναφερομένων δύο παράνομων ενεργειών, της πλαστογραφίας της ημερομηνίας του υπ’ αριθμόν 2829 (σχετικό 02) συμβολαίου αγοραπωλησίας και της πλαστογραφίας της υπ’ αριθμόν 3262/1996 (σχετικό 03) δήλωσης φόρου της μεταβίβασης του ακινήτου, συνδυαστικά, δημιουργήθηκε η παράνομη οφειλή που βεβαιώθηκε με την προσβαλλόμενη στη Δ.Ο.Υ. Ρόδου, ένεκα τεκμηρίου και μου επιβλήθηκαν παρανόμως: 1) Η υπ` αριθμόν 476/14-04-2000 (σχετικό 25) αναγκαστική κατάσχεση του Δικαστικού επιμελητή, του Πρωτοδικείου Ρόδου Καρακατσάνη Μιχάλη για το ποσόν των 11.923.535 δρχ. 2) Η μεταγενέστερη υπ’ αριθμόν 416/26-10-2011 (σχετικό 26) αναγκαστική κατάσχεση του Δικαστικού επιμελητή, του Πρωτοδικείου Ρόδου, Κυριζόγλου Κωνσταντίνου, για το ποσό των 79.120,15 €. Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθεί ότι με βάση την προσβαλλόμενη, το καθού διενήργησε άκυρες κατασχέσεις (σχετικά 25 & 26) για την αναγκαστική είσπραξη του παρανόμως βεβαιωθέντος ποσού με την προσβαλλόμενη σε ξένα ακίνητα. Πιο συγκεκριμένα. Με την υπ` αριθμόν 476/14-04-2000 (σχετικό 25) έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Ρόδου Μιχάλη Καρακατσάνη κατασχέθηκαν τα παραπάνω ακίνητα, τα οποία ανήκουν στον Θωμά- Δημήτριο Σπανό του Χρήστου ήδη από το 1999 δια χρησικτησίας δυνάμει της υπ` αριθμόν 47/2014 (σχετικό 27) τελεσίδικης απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, όπως βεβαιώνει το Πρωτοδικείο Ρόδου, διά του υπ’ αριθμόν 559/04-10-2017 (σχετικό 28) Πιστοποιητικού. Η υπ` αριθμόν 476/14-04-2000 (σχετικό 25) άκυρη κατάσχεσή τους υφίσταται ακόμα στα προαναφερθέντα ακίνητα, τα οποία κατασχέθηκαν παρανόμως, για την αναγκαστική είσπραξη του παρανόμως βεβαιωθέντος ποσού με την προσβαλλόμενη. Και σαν να μην έφτανε αυτό το 2011 το καθού η ανακοπή προέβην και στην υπ’ αριθμόν 416/26-10-2011(σχετικό 26) άκυρη αναγκαστική κατάσχεση του Δικαστικού επιμελητή, του Πρωτοδικείου Ρόδου, Κυριζόγλου Κωνσταντίνου, κατόπιν παραγγελίας του Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. Ρόδου για ποσό 79.120,15 € (κεφάλαιο και τόκοι μαζί από το 2000), για την αναγκαστική είσπραξη του παρανόμως βεβαιωθέντος ποσού με την προσβαλλόμενη στα προαναφερθέντα ακίνητα ιδιοκτησίας του Θωμά- Δημητρίου Σπανού του Χρήστου. Αμφότερες δε οι ανωτέρω αναγκαστικές κατασχέσεις (σχετικά 25 & 26) είναι επιπρόσθετα παράνομες κατά άρθρο 117 του κώδικα πολιτικής δικονομίας. Επί πλέον δεν πληρούν καμία από τις προϋποθέσεις που διέπουν τα άρθρα 904 και 951 του ιδίου κώδικα. Ήδη ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΝΑΚΟΠΗ ΜΟΥ που είναι νόμιμη ΖΗΤΩ ΤΗΝ ΑΚΥΡΩΣΗ της προσβαλλόμενης, για τους κάτωθι νόμιμους, βάσιμους και αληθείς λόγους:
ΠΡΩΤΟΣ ΛΟΓΟΣ ΑΝΑΚΟΠΗΣ
Διότι η προσβαλλόμενη υπολογίστηκε με βάσει παρανόμως υπολογισθέντες και βεβαιωθέντες φόρους όπως λεπτομερώς αναλύθηκε ανωτέρω και αναλύεται κατωτέρω. Πιο συγκεκριμένα: Η παράνομη οφειλή που βεβαιώθηκε με την προσβαλλόμενη, δημιουργήθηκε διά του υπ’ αριθμόν 2829 (σχετικό 02) πωλητήριου συμβολαίου της συμβολαιογράφου Κώτη Χρυσάνθης, διά του οποίου πωλήθηκαν από τον Μανουσέλη Ιωάννη σε μένα, δύο ισόγειοι μελλοντικοί βιομηχανικοί χώροι με στοιχείο πίνακα Γάμμα Γιώτα Ένα (ΓΙ1) και Γάμμα Γιώτα δύο (ΓΙ2), ως σε αυτό αναφέρεται (σχετικό 02). Η συγκεκριμένη αγοραπωλησία έγινε τον Δεκέμβριο του 1996. Κατατέθηκε στη Δ.Ο.Υ. Ρόδου η υπ’ αριθμόν 3262/10-12-1996 (σχετικό 03) δήλωση φόρου μεταβίβασης ακινήτων με δηλωθείσα αξία 1.000.000 δρχ. και πληρώθηκε ο φόρος για την μεταβίβαση του ποσού των 92.700 δρχ. Ωστόσο. Έγινε πλαστογραφία της ημερομηνίας συστάσεως του 2829 συμβολαίου, στην ημερομηνία 20-02-1997, ώστε να είναι δυνατή η καταχώρηση στους καταλόγους του κτηματολογίου την 21-02-1997 διά της υπ’ αριθμόν 1532/21-02-1997 (σχετικό 04) πράξεως του κτηματολογίου Ρόδου. Ταυτόχρονα πλαστογραφήθηκε και η υπ’ αριθμόν 3262/10-12-1996 (σχετικό 03) δήλωση φόρου μεταβίβασης, αναγράφοντας σε αυτή, με ορατή διαφορετική γραφή, «θα παραδοθεί σε μπετά» στην 2η και 3η σελίδα της δήλωσης και διαγράφοντας την αρχική εκτίμηση του οικοπέδου στο ποσόν των 2.808.000 δρχ. στην 3η σελίδα, πλαστογράφησαν την αξία του, στο ποσόν των 30.600.000 δρχ. Ένεκα της ανωτέρω υπ’ αριθμόν 3262/1996 (σχετικό 03) πλαστογραφημένης Δήλωσης Φόρου Μεταβίβασης Ακινήτου, χρεώθηκε το ακίνητο, πλαστογραφώντας την αξία του, στο ποσόν των 30.600.000δρχ. Τούτη δε η δήλωση δεν πληροί τις οδηγίες που σε αυτήν αναφέρονται. Ενδεικτικά υπογράφεται από τον αναπληρωτή προϊστάμενο για την προσωρινή αξία του και δεν βεβαιώνεται από τον προϊστάμενο της υπηρεσίας, καμία συμπληρωματική δήλωση (σχετικό 03, 4η σελίδα).
Δεν υπήρξε δε καμία ενημέρωση μου, ούτε και πρόσκληση μου, προκειμένου να καταβάλλω, ένεκα της πλαστογραφίας, την προκύπτουσα διαφορά του φόρου μεταβίβασης του ακινήτου, ως επιβάλλεται. Τοιουτοτρόπως, δεν γνώριζα πως η οφειλή μου δημιουργήθηκε και έως να το μάθω έχασα χρόνο και κατέστησαν εκπρόθεσμες όλες οι μεταγενέστερες ενέργειές μου να άρω την παρανόμως δημιουργημένη οφειλή μου στη Δ.Ο.Υ. Ρόδου.
Συνεπώς η οφειλή που βεβαιώθηκε με την προσβαλλόμενη ταμειακή βεβαίωση δημιουργήθηκε από τις προαναφερθείσες πλαστογραφίες και γι` αυτό το λόγο ΔΙΚΑΙΟΥΜΑΙ ΝΑ ΖΗΤΗΣΩ ΚΑΙ ΖΗΤΩ: Να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη από το Δικαστήριο Σας όπως λεπτομερώς αναλύθηκε ανωτέρω.
ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΛΟΓΟΣ ΑΝΑΚΟΠΗΣ
Διότι έχει κριθεί (βλ. 392/2017 ΣτΕ, σχετικό 29) ότι: Επειδή, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 217 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ.), σε ανακοπή, υπόκειται κάθε πράξη που εκδίδεται υπό την ισχύ του Κ.Δ.Δ. και στα πλαίσια της διαδικασίας διοικητικής εκτέλεσης, όπως η ταμειακή βεβαίωση, η έκθεση κατάσχεσης, το πρόγραμμα και η έκθεση πλειστηριασμού. Περαιτέρω, στο άρθρο 224 παρ. 3 του κώδικα αυτού καθιερώνεται η κατά στάδια προσβολή των πράξεων της εκτελεστικής διαδικασίας, απαγορεύεται δηλαδή ο παρεμπίπτων έλεγχος της νομιμότητας προηγούμενης πράξης, κατά τον έλεγχο που διενεργείται εξ αφορμής της προσβολής επόμενης πράξης της διαδικασίας εκτέλεσης. Επιτρέπεται μόνο ο έλεγχος της συγκεκριμένης πράξης της εκτέλεσης που προσβάλλεται, χωρίς ο έλεγχος αυτός να μπορεί να επεκταθεί στις προηγούμενες, ακόμη και εάν αυτές αποτελούν προϋπόθεση για την έκδοση της προσβαλλομένης. Κατ’ εξαίρεση όμως, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 224 του ΚΔΔ, εξετάζεται, σε οποιοδήποτε στάδιο και αν προβληθεί, ισχυρισμός που αφορά την κάθε μορφής απόσβεση της οφειλής, στην οποία περιλαμβάνεται και η παραγραφή, εφόσον αποδεικνύεται αμέσως. Στους ισχυρισμούς αυτούς περιλαμβάνονται και αυτοί που αφορούν την νομιμότητα των πράξεων, οι οποίες διακόπτουν την παραγραφή των αξιώσεων του Δημοσίου. Ισχυρισμοί δηλαδή που αφορούν την νομιμότητα προηγούμενων πράξεων της εκτέλεσης, οι οποίες κατά νόμο διακόπτουν την παραγραφή, καταλαμβάνονται από την εξαίρεση του άρθρου 224 παρ.5 και προβάλλονται παραδεκτώς επ’ ευκαιρία προσβολής οποιασδήποτε πράξης της εκτέλεσης, μη εφαρμοζομένου του άρθρου 224 παρ.3 ΚΔΔ, που απαγορεύει τον παρεμπίπτοντα έλεγχο προηγούμενων πράξεων της εκτέλεσης, οι οποίες δεν προσβάλλονται με την ανακοπή που κρίνεται. (πρβλ. ΣτΕ 3494/2014, 3344/2008, 601/2006, 3788/2005, 1508/2002). Ως εκ τούτου η τελευταία αυτή διάταξη δεν είναι αντίθετη στο άρθρο 20 παρ.1 του Συντάγματος, καθώς δεν στερεί από τον δικαστή την δυνατότητα να εξετάσει προβληθέντα ισχυρισμό περί παραγραφής της απαίτησης, ακόμη και εάν αυτός εξαρτάται από την νομιμότητα προηγούμενης πράξης της εκτέλεσης, η οποία δεν προσβάλλεται.
Επίσης σύμφωνα με το άρθρο 41 Ν.356/1974 (ΚΕΔΕ, σχετικό 30) ισχύει ότι: «1.0 προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. μετά την παρέλευση σαράντα (40) ημερών και το αργότερο σε τέσσερις (4) μήνες από την κατάσχεση, εκδίδει πρόγραμμα πλειστηριασμού, που περιέχει τα οριζόμενα στο άρθρο 19 του παρόντος, καθώς και την περιγραφή και την εκτίμηση του κατασχεθέντος κατά την κατασχετήρια έκθεση, και ορίζει ημερομηνία πλειστηριασμού το αργότερο σε πέντε (5) μήνες από την ημερομηνία έκδοσης του προγράμματος. Εάν ο Πλειστηριασμός δεν διενεργηθεί την ορισθείσα με το πρόγραμμα ημέρα, ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. εκδίδει νέο πρόγραμμα το αργότερο εντός έτους από την ημέρα του μη διενεργηθέντος πλειστηριασμού ή επί αναστολής αυτού, από την ημέρα που έπαυσε η αναστολή και ορίζει ημερομηνία πλειστηριασμού κατά τα ανωτέρω. Οι ανωτέρω προθεσμίες δεν τηρούνται, εφόσον συντρέχει σπουδαίος λόγος, που αναφέρεται σε αιτιολογημένη έκθεση του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ.. Σε κάθε περίπτωση, η έκδοση προγράμματος πλειστηριασμού μετά την πάροδο των ανωτέρω προθεσμιών, δεν επιφέρει ακυρότητα αυτού."
- Το πρόγραμμα κοινοποιείται : α) προς τον οφειλέτη, β) προς τον τρίτον κύριον, εάν εκ των βιβλίων μεταγραφών προκύπτει τοιούτος μέχρις της, κατά το άρθρον 36 παράγραφος 4 εδάφιον β` και άρθρον 37 του παρόντος Ν. Διατάγματος, κοινοποιήσεως, γ) προς τους εγγεγραμμένους ενυποθήκους δανειστάς μέχρι της προτεραίας της, κατά το άρθρον 36 παράγραφος 4 εδάφιον β` και άρθρον 37 του παρόντος Ν. Διατάγματος, κοινοποιήσεως.»
Στην προκειμένη περίπτωση με έκπληξη μου διαπίστωσα στις 05-09-2018, όταν έλαβα από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. τον από 05-9-2018 πίνακα χρεών μου, ότι είναι ήδη σε εξέλιξη τα υπ`αριθμόν 50/2016 και 180/2014 προγράμματα πλειστηριασμού (σχετικό 31), τα οποία ουδέποτε μου έχουν κοινοποιηθεί και ουδέποτε έχω λάβει γνώση τους, προκειμένου να μπορέσω να αμυνθώ κατά αυτού, όπως απαιτεί το άρθρ. 41 Ν.356/1974 (ΚΕΔΕ, σχετικό 30), καθιστώντας έτσι άκυρα τα υπ` αριθμόν 50/2016 και 180/2014 προγράμματα πλειστηριασμού. Αυτά τα προγράμματα πλειστηριασμού είναι άκυρα όπως προελέχθη αφού η παραγραφή της προσβαλλόμενης δεν έχει διακοπεί ούτε το 2014 αλλά ούτε και το 2016. Συνεπώς έχει παρέρθει χρονικό διάστημα μέχρι σήμερα πλέον των πέντε ετών κατά πολύ, με συνέπεια η προσβαλλόμενη ταμειακή βεβαίωση να έχει υποπέσει στην πενταετή παραγραφή. Συνεπώς η προσβαλλόμενη είναι άκυρη για τον λόγο αυτό και πρέπει να ακυρωθεί από το Δικαστήριο Σας.
ΤΡΙΤΟΣ ΛΟΓΟΣ ΑΝΑΚΟΠΗΣ
Διότι όπως προελέχθη στον δεύτερο λόγο της ανακοπής μου έχει κριθεί (βλ. 392/2017 ΣτΕ, σχετικό 29) ότι: Επειδή, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 217 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ.), σε ανακοπή, υπόκειται κάθε πράξη που εκδίδεται υπό την ισχύ του Κ.Δ.Δ. και στα πλαίσια της διαδικασίας διοικητικής εκτέλεσης, όπως η ταμειακή βεβαίωση, η έκθεση κατάσχεσης, το πρόγραμμα και η έκθεση πλειστηριασμού. Περαιτέρω, στο άρθρο 224 παρ. 3 του κώδικα αυτού καθιερώνεται η κατά στάδια προσβολή των πράξεων της εκτελεστικής διαδικασίας, απαγορεύεται δηλαδή ο παρεμπίπτων έλεγχος της νομιμότητας προηγούμενης πράξης, κατά τον έλεγχο που διενεργείται εξ αφορμής της προσβολής επόμενης πράξης της διαδικασίας εκτέλεσης. Επιτρέπεται μόνο ο έλεγχος της συγκεκριμένης πράξης της εκτέλεσης που προσβάλλεται, χωρίς ο έλεγχος αυτός να μπορεί να επεκταθεί στις προηγούμενες, ακόμη και εάν αυτές αποτελούν προϋπόθεση για την έκδοση της προσβαλλομένης. Κατ’ εξαίρεση όμως, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 224 του ΚΔΔ, εξετάζεται, σε οποιοδήποτε στάδιο και αν προβληθεί, ισχυρισμός που αφορά την κάθε μορφής απόσβεση της οφειλής, στην οποία περιλαμβάνεται και η παραγραφή, εφόσον αποδεικνύεται αμέσως. Στους ισχυρισμούς αυτούς περιλαμβάνονται και αυτοί που αφορούν την νομιμότητα των πράξεων, οι οποίες διακόπτουν την παραγραφή των αξιώσεων του Δημοσίου. Ισχυρισμοί δηλαδή που αφορούν την νομιμότητα προηγούμενων πράξεων της εκτέλεσης, οι οποίες κατά νόμο διακόπτουν την παραγραφή, καταλαμβάνονται από την εξαίρεση του άρθρου 224 παρ.5 και προβάλλονται παραδεκτώς επ’ ευκαιρία προσβολής οποιασδήποτε πράξης της εκτέλεσης, μη εφαρμοζομένου του άρθρου 224 παρ.3 ΚΔΔ, που απαγορεύει τον παρεμπίπτοντα έλεγχο προηγούμενων πράξεων της εκτέλεσης, οι οποίες δεν προσβάλλονται με την ανακοπή που κρίνεται. (πρβλ. ΣτΕ 3494/2014, 3344/2008, 601/2006, 3788/2005, 1508/2002). Ως εκ τούτου η τελευταία αυτή διάταξη δεν είναι αντίθετη στο άρθρο 20 παρ.1 του Συντάγματος, καθώς δεν στερεί από τον δικαστή την δυνατότητα να εξετάσει προβληθέντα ισχυρισμό περί παραγραφής της απαίτησης, ακόμη και εάν αυτός εξαρτάται από την νομιμότητα προηγούμενης πράξης της εκτέλεσης, η οποία δεν προσβάλλεται. Στην προκειμένη περίπτωση οι υπ` αριθμόν 30/2011, 67/2000 κατασχέσεις της ΔΟΥ Ρόδου αλλά και τα υπ` αριθμόν 50/2016 και 180/2014 προγράμματα πλειστηριασμού (σχετικό 31), διενεργήθηκαν στα ακίνητα υπό στοιχεία ΓΙ1 και ΓΙ2 στην περιοχή Ασγούρου Ρόδου με κτηματολογικά στοιχεία τόμος 4 γαιών Ασγούρου, φύλλο 164, μερίς 84 και φάκελος 951, που ανήκουν σε τρίτο πρόσωπο και πιο συγκεκριμένα στον Θωμά- Δημήτριο Σπανό του Χρήστου, ήδη από το 1999 δια χρησικτησίας δυνάμει, της υπ` αριθμόν 47/2014 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου (σχετικά 27 & 28), καθιστάμενες έτσι άκυρες οι προαναφερθείσες υπ` αριθμόν 30/2011, 67/2000 κατασχέσεις της Δ.Ο.Υ. Ρόδου αλλά και τα υπ` αριθμόν 50/2016 και 180/2014 προγράμματα πλειστηριασμού της Δ.Ο.Υ. Ρόδου για το λόγο αυτό (σχετικό 31). Συνεπώς ουδεμία διακοπή παραγραφής της πρώτης προσβαλλόμενης έχει συντελεστεί από το 2011 μέχρι σήμερα εξαιτίας των προαναφερθέντων άκυρων πράξεων και έχει παρέρθει χρονικό διάστημα πλέον των πέντε ετών μέχρι σήμερα κατά πολύ, με συνέπεια η προσβαλλόμενη ταμειακή βεβαίωση να έχει υποπέσει στην πενταετή παραγραφή. Συνεπώς η προσβαλλόμενη είναι άκυρη για τον λόγο αυτό και πρέπει να ακυρωθεί από το Δικαστήριο Σας.
ΤΕΤΑΡΤΟΣ ΛΟΓΟΣ ΑΝΑΚΟΠΗΣ
Διότι έχει κριθεί (βλ. 2325/2014 ΣτΕ, σχετικό 32) ότι: Επειδή, με το άρθρο 66 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α’ 97) ορίζεται ότι «1. Η προσφυγή ασκείται μέσα σε προθεσμία εξήντα (60) ημερών, η οποία αρχίζει: Α. Σε περίπτωση ρητής πράξης: α) Για εκείνους τους οποίους αφορά: i. από την κατά νόμο επίδοσή της σε αυτούς, ή ii. σε κάθε άλλη περίπτωση από τότε που αυτοί έλαβαν αποδεδειγμένως πλήρη γνώση του περιεχομένου της …». Εξάλλου, με το άρθρο 56 παρ. 1 και 2 του ιδίου κώδικα ορίζεται ότι «1. Για κάθε επίδοση, το όργανο που τη διενεργεί συντάσσει έκθεση. 2. Η έκθεση, εκτός από τα στοιχεία που ορίζονται στην παρ. 3 του άρθρου 44 πρέπει να μνημονεύει …». Στην μνημονευόμενη δε στην διάταξη αυτή ρύθμιση του άρθρου 44 παρ. 3 του εν λόγω Κώδικα ορίζεται ότι: «3. Με την επιφύλαξη όσων ορίζουν ειδικότερες διατάξεις, η έκθεση πρέπει να μνημονεύει α) τον τόπο και τον χρόνο που διενεργήθηκε η πράξη και β) το ονοματεπώνυμο και την ιδιότητα του οργάνου που διενήργησε την πράξη, εκείνων που συνέπραξαν ή παραστάθηκαν κατά τη διενέργειά της, καθώς και εκείνου που συνέταξε την έκθεση.» Από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει ότι η μνεία στην έκθεση επιδόσεως της ιδιότητας του οργάνου που τη διενεργεί αποτελεί ουσιώδες στοιχείο για το κύρος της επιδόσεως. Κατ’ ακολουθία, αν η εν λόγω ιδιότητα δεν προκύπτει από την έκθεση επιδόσεως, η επίδοση είναι άκυρος και δεν κινεί την προθεσμία προς άσκηση προσφυγής κατά της ούτως επιδοθείσης πράξεως (ΣτΕ 2323/1989, 1357/1993, 3806/2003 κ.α.), η έλλειψη δε αυτή δεν μπορεί να αναπληρωθεί, προς άρση της ακυρότητας, με άλλα αποδεικτικά μέσα περί της ιδιότητας του επιδόσαντος. (ΣτΕ 1357/1993, 3806/2003 κ.α.).
Επίσης, κατ` άρθρο 4 § 1 του Ν.356/1974 (ΚΕΔΕ, σχετικό 33) ορίζεται ότι: «1. Με την εξαίρεση των φόρων και των λοιπών δημοσίων εσόδων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), για τα οποία εφαρμόζονται αποκλειστικά οι διατάξεις του ως άνω Κώδικα, καθώς και των δημοσίων εσόδων της περίπτωσης β` της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του παρόντος Κώδικα, μετά την καταχώριση του χρέους ως δημοσίου εσόδου κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφος 3, η Φορολογική Διοίκηση εκδίδει ατομική ειδοποίηση, την οποία, είτε αποστέλλει ταχυδρομικά στον οφειλέτη και στα συνυπόχρεα πρόσωπα είτε την κοινοποιεί σε αυτούς σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν. 4174/2013. Στην ατομική ειδοποίηση αναφέρονται τα στοιχεία και ο αριθμός φορολογικού μητρώου, εφόσον υπάρχει, του οφειλέτη, το είδος και το ποσό του χρέους, συμπεριλαμβανομένων των τόκων που έχουν ήδη υπολογισθεί κατά την κείμενη νομοθεσία, ο αριθμός και η χρονολογία καταχώρισης του χρέους ως δημοσίου εσόδου ή ο τίτλος στον οποίο βασίζεται το χρέος, ο χρόνος και ο τρόπος καταβολής αυτού, η μνεία ότι από την επομένη ημέρα της λήξης της νόμιμης προθεσμίας καταβολής του χρέους και μέχρι την τελική εξόφληση αυτού υπολογίζονται οι τόκοι και το πρόστιμο του άρθρου 6 του παρόντος». Στην προκειμένη περίπτωση η προσβαλλόμενη δεν μου έχει κοινοποιηθεί καθόλου και σε κάθε περίπτωση δεν μου έχει κοινοποιηθεί νομίμως, αφού δεν φέρει τα στοιχεία που απαιτεί το προαναφερθέν άρθρο. Ήτοι δεν αναφέρονται τα στοιχεία και ο αριθμός φορολογικού μητρώου, εφόσον υπάρχει, του οφειλέτη, το είδος και το ποσό του χρέους, συμπεριλαμβανομένων των τόκων που έχουν ήδη υπολογισθεί κατά την κείμενη νομοθεσία, ο αριθμός και η χρονολογία καταχώρισης του χρέους ως δημοσίου εσόδου ή ο τίτλος στον οποίο βασίζεται το χρέος, ο χρόνος και ο τρόπος καταβολής αυτού, η μνεία ότι από την επομένη ημέρα της λήξης της νόμιμης προθεσμίας καταβολής του χρέους και μέχρι την τελική εξόφληση αυτού υπολογίζονται οι τόκοι και το πρόστιμο του άρθρου 6 του Ν.356/1974. Συνεπώς δεν έχει παρέρθει η προθεσμία προσβολής του τίτλου και έτσι εξαιτίας των προαναφερθέντων λόγων η προσβαλλόμενη είναι άκυρη και πρέπει να ακυρωθεί από το Δικαστήριο Σας.
Επειδή η ανακοπή μου ασκείται νομότυπα, νόμιμα και εμπρόθεσμα, είναι δε βάσιμη και αληθινή.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΖΗΤΩ
Να γίνει δεκτή η παρούσα ανακοπή μου με σκοπό να ακυρωθεί η υπ`αριθμ.61633/30-11-1998 ταμειακή βεβαίωση ποσού 54.150,31 € πλέον προσαυξήσεων και τόκων ήτοι 74.080,47 € σήμερα και η οποία βεβαιώθηκε δυνάμει του χρηματικού καταλόγου 923.
Και.
Να καταδικαστεί το καθού στην δικαστική μου δαπάνη και αμοιβή του πληρεξουσίου μου δικηγόρου.
Ρόδος 08-10-2018
Η ανακόπτουσα Ο πληρεξούσιος δικηγόρος Ελένη Καρόφτη δια του Αναστάσιος Ε. Μπακαλούμας Πληρεξουσίου της Θωμά – Δημητρίου Χ. Σπανού
|